Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

ΠΑΤΡ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ: "ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ ΣΑ ΝΑ ΜΕ ΣΤΑΥΡΩΝΟΥΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ"



«Στην Τουρκία αισθάνομαι σαν να με σταυρώνουν καθημερινά.» Με αυτή τη φράση ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος εξαπέλυσε δριμύτατο κατηγορώ κατά του τουρκικού κράτους
για την εν γένει συμπεριφορά του απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης αλλά και την ελληνική κοινότητα της Πόλης.

Μιλώντας στην εκπομπή «60 minutes» του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου CBS, ο Οικουμενικός Πατριάρχης για πρώτη φορά επιτίθεται ευθέως κατά του τουρκικού κράτους, καταγγέλλοντας την Άγκυρα ότι επιθυμεί την πλήρη εξαφάνιση τόσο της ελληνικής κοινότητας των 4.000 ανθρώπων όσο και του ιστορικού και ιερού ρόλου του Πατριαρχείου.

«Η τουρκική κυβέρνηση θα ήταν ευχαριστημένη εάν αφανίζονταν το Πατριαρχείο και εγκαταλείπαμε τη χώρα, όμως εμείς αυτό δεν θα το κάνουμε παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, δεν θα αποχωρήσουμε» είπε νέτα σκέτα ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Είναι η πρώτη φορά, εδώ και αιώνες, που ο ιστορικός ηγέτης της Ορθοδοξίας εξαπολύει ευθεία επίθεση κατά της τουρκικής κυβέρνησης, αλλά και κατά του τρόπου με τον οποίο αντιμετώπιζε παλαιότερα η Πύλη, και αργότερα η κοσμική Κεμαλική Τουρκία, τον ρόλο και την ιερή πραγματικότητα του Φαναρίου.

Όπως ανάφερε ο κ.κ. Βαρθολομαίος, παρότι η « Κωνσταντινούπολις είναι το ίδιο ιερή με την Ιερουσαλήμ» και παρότι πολλάκις έχει απευθυνθεί στις τουρκικές θεσμικές Αρχές -από τον πρωθυπουργό Ερντογάν έως και τους υπουργούς της ισλαμικής κυβέρνησης της Τουρκίας- ζητώντας χείρα βοηθείας, αυτοί του γύρισαν την πλάτη και τον άφησαν εντελώς αβοήθητο.

Παρόλα αυτά, ο Πατριάρχης σημειώνει στην τηλεοπτική του συνέντευξη, που θα παρουσιαστεί από το αμερικανικό δίκτυο στις 20 Δεκεμβρίου, ότι παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες τόσο το Πατριαρχείο όσο και ο ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης «θα σταθούν στα πόδια τους».

Σε ερώτηση του δημοσιογράφου, εάν εκτός από τον θεσμικό – ιερό του ρόλο και ο ίδιος προσωπικά θεωρεί ότι σταυρώνεται από τις συνθήκες που επικρατούν στην Τουρκία, απάντησε «Ναι», λέγοντας ότι εδώ και χρόνια τόσο οι Έλληνες της Πόλης όσο και αυτοί που είναι στο Πατριαρχείο θεωρούνται από το τουρκικό κράτος «πολίτες δεύτερης κατηγορίας».

Είναι προφανές ότι η επίθεση Βαρθολομαίου κατά της Άγκυρας, και μάλιστα με τέτοιο ευθύ τρόπο, αποκτά πολιτικές διαστάσεις από την στιγμή που πολύ πρόσφατα ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν συναντήθηκε με τον Μπαράκ Ομπάμα στην Ουάσιγκτον. Σε αυτήν την συνάντηση ετέθη ξεκάθαρα από την αμερικανική πλευρά το ζήτημα του Πατριαρχείου, αυτό της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, καθώς και το θέμα των Βακουφιών -θέμα που αφορά πρωτίστως στην ίδια την επιβίωση του Φαναρίου και της Ορθόδοξης Κοινότητας της Τουρκίας.

Διπλωματικοί κύκλοι στην Αθήνα εκτιμούσαν, νωρίς το μεσημέρι, πως η συνέντευξη Βαρθολομαίου εντάσσεται σε ένα συγκεκριμένο timing και ενδεχομένως να «βοηθά» -υπό προϋποθέσεις- την πρόθεση του ιδίου του Ερντογάν και των Συμβούλων του να προχωρήσουν σε ένα θετικό βήμα όσον αφορά στις σχέσεις Οικουμενικού Θρόνου και Άγκυρας.
Οι ίδιοι κύκλοι σημειώνουν πως ενδεχομένως ο Ερντογάν «χρειάζεται» μία τέτοια ενέργεια, αλλά και την παράλληλη παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ουάσιγκτον, ώστε να καμφθούν οι αντιδράσεις του υπερσυντηρητικού μπλοκ των εθνικιστών και των Κεμαλιστών, καθώς και των Στρατηγών, για την απελευθέρωση του καθεστώτος που διέπουν τις ισλαμικές ιερατικές σχολές.


ΡΟΜΦΑΙΑ

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ


Μία ακόμη αγία ψυχή, που στήριξε χιλιάδες ψυχές στο πέρασμά της, μας άφησε πριν από λίγες μέρες. Ένας ακόμη σύγχρονος ΑΓΙΟΣ του αιώνα μας μας αποχαιρέτισε, αφήνοντας όμως ζωηρά τα ίχνη του στο αθόρυβο άγιο πέρασμά του. Έφυγε στα ογδόντα δύο του χρόνια, για να πάει κοντά σ Εκείνον, που τόσο πολύ αγάπησε και υπηρέτησε σ όλη του τη ζωή.


Πρόκειται για τον ιερομόναχο γέροντα Ευσέβιο Βίττη, που τα τελευταία του χρόνια ζούσε στο ακριτικό χωριό Φαιά Πέτρα Σιδηροκάστρου (Ν. Σερρών) όπου είχε και το ταπεινό ασκητήριό του. Το χωριό αυτό έγινε πασίγνωστο, σημείο αναφοράς κάθε πονεμένης ψυχής, όπου προσέτρεχε κόσμος πολύς όχι μόνο απ όλη την χώρα μας αλλά και από την μακρυνή μας Κύπρο και την Ευρώπη. Χιλιάδες οι ψυχές, που έβρισκαν ανάπαυση και ανακούφιση κάτω από το αγιαστικό πετραχήλι του. Αλλά και ο λόγος, που εξέπεμπε ήταν ξεχωριστός και γι’ αυτό προσέλκυε κι όλο αυτό το πλήθος.


Το πέρασμά του και η παραμονή του στα 30 περίπου χρόνια στο ακριτικό Σιδηροκάστρο, θα μείνει ανεξίτηλη πνευματικά στη μνήμη όλων αφού εκτός από την τακτική εξομολόγηση τόσων και τόσων ψυχών, που την έκανε με περισσή υπομονή, επιμέλεια και πρόγραμμα, πραγματοποιούσε παράλληλα και τις ανεπανάληπτες εβδομαδιαίες τακτικές ομιλίες του, στις πόλεις του Σιδηροκάστρου και της Ηράκλειας. Πολλοί κι εδώ οι ακροατές, που προσέρχονταν απ όλο τον Νομό Σερρών κι όχι μόνο. Όμως ο πολύτιμος χρόνος γέμιζε και με την επικοινωνία, που είχε με πολλά από τα πνευματικά του παιδιά, που είχε αποκτήσει από την μακροχρόνια διαμονή του στην Ευρώπη κυρίως με αλληλογραφία.
Δεκάδες οι επιστολές, που ελάμβανε κάθε εβδομάδα. Αγρυπνούσε καθημερινά «νουθετών ένα έκαστον», επιλύοντας τα ποικιλόμορφα προβλήματά τους με τις απαντήσεις που έστελνε, αλλά και με την μελέτη και την συγγραφή των βιβλίων, που εξέδιδε μέσω της «Ορθόδοξης Κυψέλης».


Και εκτελούσε τα καθήκοντά του αυτά συχνά με φοβερή υπομονή και εγκαρτέρηση, παρόλο που η υγεία του ήταν πολύ επιβαρυμένη. Αφού υπέφερε φοβερά από πόνους στην μέση του για πολλά χρόνια, —ακόμη κι από την Σουηδία— αλλά και με πολύ σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά του. Τελευταία όμως προστέθηκε ακόμη μία μεγάλη δοκιμασία: Η ασθένειά του και από την επάρατη νόσο. Και τα υπέμεινε όλα αυτά πάντα με το χαμόγελο, χωρίς ν αναφέρεται σ αυτά!


Ο π. Ευσέβιος γεννήθηκετό 1927 στο χωριό Βλάστη (Μπλάτσι) της Δυτικής Μακεδονίας από ευσεβείς γονείς, που είχαν τέσσερα παιδιά. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Μακεδονία μετέβη στην Αθήνα και στην συνέχεια στην Γαλλία, Γερμανία και Σουηδία, όπου σπούδασε σε διαφόρους κλάδους της Θεολογικής Επιστήμης και της Φιλολογίας. Απ όπου πέρασε εργάσθηκε και ιεραποστολικά. Τα περισσότερα χρόνια διέμεινε στην Σουηδία, όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Εκεί διέμεινε τον περισσότερο χρόνο σ ένα ησυχαστήριο του Αγίου Νικολάου κοντά στην πόλη Ratvik, το οποίο δημιούργησε ο ίδιος με σκοπό ν αφιερωθεί περισσότερο στην προσ ευχή, περισυλλογή και στην συγγραφή, όπου προσέρχονταν και τα πνευματικά του τέκνα, αρκετά από τα οποία σπούδαζαν στην χώρα αυτή. Όπως μάλιστα γράφτηκε στο Δελτίο της Μητροπόλεως Σουηδίας και πάσης Σκανδιναβίας, το 1979 το ησυχαστήριο του αποτελούσε «την ακοίμητον λυχνίαν της Μητροπόλεως Σουηδίας και το ψυχικό θεραπευτήριο των πιστών».


Λόγω όμως του ακαταλλήλου κλίματος και κατόπιν προτροπής των θεραπόντων ιατρών του, αλλά και του πνευματικού του το 1980, επέστρεψε στην Ελλάδα και κατόπιν συνεννοήσεώς του, με τον τότε Μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Ιωάννην, εγκαταστάσθηκε στο Ησυχαστήριο του Αγίου Χρυσοστόμου και στην συνέχεια στο ασκητήριο – κελί του Οσίου Σάββα (που ήταν και άβατο) στην περιοχή της Φαιάς Πέτρας, τα οποία ανήγειρε ο ίδιος, με την βοήθεια των πνευματικών του τέκνων. Εκεί παρέμεινε πλέον για 30 περίπου χρόνια μέχρι και την οσία τελευτή του.


Παρόλο που ήταν μεγάλος Θεολόγος με πολυχρόνιες σπουδές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και γνώστης πολλών ξένων γλωσ σών αλλά και συγγραφέας πολλών θεολογικών, απολογητικών, παιδαγωγικών και ψυχοφελίμων βιβλίων καθώς και μεταφραστής ξενόγλωσσων ασκητικών κειμένων, αυτό ήταν σχεδόν άγνωστο σε πολλούς.


Η ταπείνωση και η απλότητά του ήταν τέτοια ώστε ακόμη και στα βιβλία, που εξέδιδε απέφευγε να αναφέρει έστω και περιληπτικά τους τίτλους των σπουδών του. Το μόνο που ανέφερε μπροστά από το όνομά του ήταν η λέξη «Ιερομ.» (δηλαδή ιερομόναχου).


Κλείνοντας το παρόν ν αναφέρουμε ότι στην μνήμη όλων μας μένει ο άγιος γέροντάς μας με την οσιακή μορφή του, που με την απλότητά του, την ταπείνωση, την αφιλοχρηματία και με όλες τις άλλες αρετές του οδήγησε τόσα και τόσα πνευματικά παιδιά του ως οδοδείκτης στήνοδό της σωτηρίας.


Καλή αντάμωση και καλή ανάσταση άγιε γέροντά μας! Την ευχή σου να έχουμε.


Δημητρίου Μερτζεμέκη

ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟ ΕΓΚΟΛΠΙΟ